Πάει ένας μεσίτης στο σπίτι μιας γριάς για να την πείσει να πουλήσει το σπίτι της.
Κάθονται στον καναπέ και μιλάνε και βλέπει ο μεσίτης κάτι αμυγδαλάκια σε ένα μπολ και λέει στην γριά:
- Μπορώ να πάρω μερικά;
- Φάε όσα θες, λέει η γριά, χαρούμενη που έχει παρέα.
Με την κουβέντα ξεχνιέται ο μεσίτης και τα τρώει όλα.
Το συνειδητοποιεί και λέει στην γριά:
- Ούπς, συγνώμη, τα έφαγα όλα.
- Δεν πειράζει, παιδί μου, από την μέρα που έβγαλα τα δόντια μου και έβαλα μασέλες δεν μπορώ να φάω τίποτε σκληρό. Γλύφω την σοκολάτα, και τα αμύγδαλα τα αφήνω...
Κάθονται στον καναπέ και μιλάνε και βλέπει ο μεσίτης κάτι αμυγδαλάκια σε ένα μπολ και λέει στην γριά:
- Μπορώ να πάρω μερικά;
- Φάε όσα θες, λέει η γριά, χαρούμενη που έχει παρέα.
Με την κουβέντα ξεχνιέται ο μεσίτης και τα τρώει όλα.
Το συνειδητοποιεί και λέει στην γριά:
- Ούπς, συγνώμη, τα έφαγα όλα.
- Δεν πειράζει, παιδί μου, από την μέρα που έβγαλα τα δόντια μου και έβαλα μασέλες δεν μπορώ να φάω τίποτε σκληρό. Γλύφω την σοκολάτα, και τα αμύγδαλα τα αφήνω...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου